Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2009

΄Ενα φλαμέγκο ακόμα








Θα βάλω φόρεμα στο χρώμα της φωτιάς. Αυτό που μάταια προσπαθεί να κλείσει το στήθος μου σε δυο χούφτες, δίνοντάς του αιτία κι αφορμή να ξεχειλίσει ατίθασα απ’ όπου βρίσκει. Εκείνο το φόρεμα που ανοίγει στους γοφούς και σηκώνεται σε κάθε μου κίνηση. Σα να περιστρέφεται δορυφορικά γύρω απ’ τους πλανήτες μου. Σα να γλύφει δέρμα και να λούζεται με ιδρώτα. Σα να αναζωογονείται με το φύσημα του αγέρα.

Θα σηκώσω και τα μαλλιά μου ψηλά. Αφήνοντας μερικές τούφες να πέφτουν ανάκατα στους ώμους. Να μου μπαίνουν στα μάτια, να κυλούν στο λαιμό και να μπλέκονται στα χείλη μου. Και να τις αφήνω απείραχτες να κάνουν τα κόλπα τα δικά τους. Τα κόλπα που τους υπαγορεύει κάθε μου στεναγμός.

Θα βάλω και το σκούρο μου κραγιόν. Εκείνο που έχει το χρώμα του πηχτού αίματος. Που είναι σα να έχω δαγκώσει τα χείλη μου να βγάλουν το χυμό του πάθους. Κι από πάνω θα το περάσω με γυαλάδα από σιρόπι βύσσινο.

Και θα πάω ξυπόλυτη κάτω απ’ το φως του δέκατου τρίτου φεγγαριού. Εκείνου που αντανακλά τα βράδια μου. Τις σκιές μου. Τους ψιθύρους μου. Και κάτι πεταμένα μου κομμάτια.

Κι όταν όλα ησυχάσουν θα κάνω τα πρώτα βήματα ενός ακόμη φλαμέγκο. Που θα έχει κλεισμένο μέσα του δάκρυ αλατισμένο από θύμισες που ακόμα αιμορραγούν. Μα που σιγά σιγά ξεθωριάζουν. Ενός φλαμέγκο που στα επόμενα βήματά μου θα παίρνει ρυθμό αλόγιστο. Ανεξέλεγκτο. Ασχεδίαστο. Κι απρόβλεπτο. Και θα γίνεται στρόβιλος που παρασέρνει όλα μου τα πριν τα τώρα και τα μετά. Φτιάχνοντας μια καταιγίδα από γρήγορες ανάσες, ακατάληπτες φωνές και απότομες στροφές, παρασέρνοντας κάθε σωματίδιο που βρίσκεται κοντά μου να συμμετάσχει σε έναν χορό χωρίς λόγια. Σε έναν χορό που κάθε καινούργιο βήμα του...


...θα φτιάχνει ένα καινούργιο πεπρωμένο...


...μοναχικά δυναμικό...

Λύκε λύκε είσαι εδώ;



Λύκε λύκε είσαι εδώ;

Με σκούφια κόκκινη τη βόλτα μου θα κάνω
κι ένα καλάθι στα χέρια δεμένο με κορδέλα
τις κάλτσες απ’ τα πόδια μου θα βγάλω
και θα πετάξω του παράλογου τη σέλα

Γυμνή θα ιππεύσω τον άπληστο αέρα
κι ανάμεσά μου θα καίει ο ορισμός
μιας λέξης που μου σφύριξε το πέρα
στα μέρη που δεν υπάρχει ο λογισμός

Κι ύστερα θα φτάσω στου πόθου το λιβάδι
κει που μ’ αρέσει μαζί σου να μεθώ
θα βρω της φύσης σου το άγριο κοπάδι
ξεδιάντροπα να σου φωνάξω χωρίς να φοβηθώ...

Λύκε λύκε είσαι εδώ;

Βροχη


Βροχή θα μεταλάβω με μια πρέζα κεραυνό
κι αγία θα ντυθώ στο άχαρο όνειρό σου
ψίθυρο λάγνο θ’ αφήσω στον άσπρο σου λαιμό
με κόκκινα χείλη θα βάψω τον παλμό σου...

Κι όταν ξυπνήσεις στο ανταριασμένο σου λιβάδι
θα αποδυθώ το ρόλο της αθώας αστραπής
να δοκιμάσω θέλω μ’ ενός δαίμονα το χάδι
την ένωση του ουρανού με τους χυμούς της γης...

Τρίτη 10 Νοεμβρίου 2009